Φορολογική διάσταση διαγραφής υποχρεώσεων των επιχειρήσεων

Του Γιώργου Δαλιάνη (Διευθύνων Σύμβουλος Artion A.E.), με τη συνεργασία της Δήμητρας Δεμιτσόγλου (Senior Accountant Artion Α.Ε.) και του Φίλιππου Ζήρα (Δικηγόρος Artion Α.Ε.)

Στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης των οικονομικών τους, οι επιχειρήσεις, προσπαθούν μέσω του ισχύοντος  πτωχευτικού νόμου (άρθρα 99 – 106), να διαγράψουν υποχρεώσεις ερχόμενοι σε συμφωνία με τους πιστωτές. Επειδή, αυτές οι διαδικασίες είναι περίπλοκες, χρονοβόρες και υψηλού κόστους οι επιχειρήσεις, προσπαθούν με απλές εξωδικαστικές διαδικασίες να συνδιαλλαγούν και να αναδιαρθρώσουν τις οφειλές τους προς τους πιστωτές και τις τράπεζες. Στο παρόν κείμενο θα επικεντρωθούμε σε αυτές τις περιπτώσεις και τη φορολογική επιβάρυνση που προκύπτει.

Καταρτιζόμενα έγγραφα.

Η κατάρτιση σύμβασης (ή αλλιώς συμφωνητικό άφεσης-διαγραφής χρέους) παρότι δεν καθίσταται υποχρεωτική κατά τον Αστικό Κώδικα, κρίνεται επιβεβλημένη καθώς και η αναγγελία της στην αρμόδια ΔΟΥ, διότι αποτελεί και το μοναδικό μέσο απόδειξης της συμφωνίας μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Πέραν του συμφωνητικού, δεν εκδίδεται κανένα φορολογικό έγγραφο όπως π.χ. πιστωτικό τιμολόγιο.

Διατάξεις ΦΠΑ.
Η διαγραφή χρέους δεν υπάγεται στις διατάξεις του Φ.Π.Α.

Διατάξεις περί χαρτοσήμου.

Η σύμβαση αυτή, ως αυτοτελής πράξη υπόκειται σύμφωνα με το Κώδικα Τελών και χαρτοσήμου σε χαρτόσημο 3% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε αστική σχέση και 2%(πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε εμπορική σχέση. Η υποχρέωση για την καταβολή του χαρτοσήμου και το βάρος της δαπάνης αυτού, ελλείψει διαφορετικής συμφωνίας, βαρύνει τον οφειλέτη κατά τον Αστικό Κώδικα αφού θεωρείται δαπάνη σχετιζόμενη με την εξόφληση.

Διατάξεις φορολογίας εισοδήματος.

Α) Διατάξεις που αφορούν τον πιστωτή.

Σύμφωνα με το άρθρο 22 του ΚΦΕ: «Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,

γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.»

Η διαγραφόμενη απαίτηση εμπίπτει στο άρθρο αυτό.

Β) Διατάξεις που αφορούν τον οφειλέτη.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ι της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν.2238/1994 (προϊσχύων ΚΦΕ), ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις θεωρείται και η ωφέλεια επιχείρησης, που προκύπτει από την παραίτηση πιστώτριας επιχείρησης από την είσπραξη χρέους, η οποία λαμβάνει χώρα μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας και το εισόδημα αυτό προστίθεται στα άλλα εισοδήματα και φορολογείται με τον ισχύοντα συντελεστή. Στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί φορολογίας δωρεών.

Τα όσα προαναφέρονται δεν διαφοροποιούνται από τις ισχύουσες διατάξεις του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ν.4172/2013. Στη παράγραφο 2 του άρθρου 47 ορίζεται ότι «όλα τα έσοδα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που αναφέρονται στις περιπτώσεις του άρθρου 45, θεωρούνται έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα».

Στο άρθρο 21 του ΚΦΕ «Ως επιχειρηματική συναλλαγή θεωρείται κάθε μεμονωμένη ή συμπτωματική πράξη με την οποία πραγματοποιείται συναλλαγή ή και συμπτωματική διενέργεια πράξεων στην οικονομική αγορά με σκοπό την επίτευξη κέρδους…». Τα κέρδη που θα προκύψουν μπορούν να συμψηφιστούν με αναγνωρισμένες φορολογικά ζημίες παλαιότερων χρήσεων.

Στο σημείο αυτό πρέπει να δούμε τι ισχύει με την ωφέλεια που προκύπτει από την διαγραφή χρέους στα πλαίσιο συμφωνίας πτωχευτικού συμβιβασμού. Στη περίπτωση αυτή σύμφωνα με την Γνωμοδότηση 168/2007 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η οποία έγινε αποδεκτή από το Υπουργείο Οικονομικών με την ΠΟΛ 1150/20-6-2013, δεν αποτελεί φορολογητέο εισόδημα , με την έννοια, ότι δεν συγκεντρώνει τα εννοιολογικά γνωρίσματα αυτού, επειδή ακριβώς ο πτωχευτικός συμβιβασμός μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής συνεργασίας  δεν εξομοιώνεται με παραίτηση της πιστώτριας  από την είσπραξη του χρέους. Πιστεύουμε, ότι οι διατάξεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν και από 1/1/2014, ημερομηνία εφαρμογής του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ν.4172/2013, καθώς το Υπουργείο Οικονομικών δεν έχει εκδώσει σχετική ερμηνευτική εγκύκλιο που να εφαρμόζει την ΠΟΛ 1150/20-06-2013 και στον νέο ΚΦΕ.

Συμπέρασμα

Σήμερα, το ένα τρίτο τουλάχιστον των επιχειρήσεων, βρίσκεται σε κατάσταση αδυναμίας εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων των οποίων η αναδιάρθρωση θα απαιτηθεί άμεσα (ειδικά τώρα που παραχωρήθηκαν σε πακέτα στους δανειστές ως εκπλήρωση προαπαιτούμενου για την περίφημη αξιολόγηση). Τα Δικαστήρια είναι μποτιλιαρισμένα με χιλιάδες εκκρεμείς υποθέσεις και είναι αδύνατο να εξετάσουν χιλιάδες νέα αιτήματα για ένταξη των επιχειρήσεων στις πτωχευτικές διατάξεις. Μάλιστα το τελευταίο δίμηνο μόνο, πάνω από 100.000 υπήρξαν οι αιτήσεις για υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη, με δικασίμους να δίνονται και για το 2030.

Η Διοίκηση, σε αυτό το σημείο θα πρέπει να πάρει θέση, τροποποιώντας τη νομοθεσία που θα συνδράμει στην επιβίωση των επιχειρήσεων, δίνοντας την δυνατότητα εξωδικαστικών ρυθμίσεων. Αν η διαγραφή χρέους αποτελέσει φορολογητέο εισόδημα, οι φόροι που θα προκύψουν πλέον της προκαταβολής φόρου, θα είναι αδύνατο να καταβληθούν από τους ήδη  υπερχρεωμένους  οφειλέτες και το μόνο που θα γίνει, είναι να αλλάξουν πιστωτή και από τον ιδιώτη πιστωτή να περάσουν στο Δημόσιο και έτσι εκτός των αστικών ευθυνών που έχουν, θα αποκτήσουν και ποινικές ευθύνες σε περίπτωση που πληρούται η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της φοροδιαφυγής (άρ. 66επ. ν.4174/2013). Οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν ανυπέρβλητες δυσκολίες , με την δεδομένη άρνηση των οφειλετών να προβούν σε ρυθμίσεις, που θα τους δημιουργήσουν φορολογικά προβλήματα.

Τελειώνοντας, εναλλακτικά  προτείνουμε, η ωφέλεια που θα προκύψει από την άφεση χρέους αντί να φορολογηθεί εφάπαξ στο έτος που συνάφθηκε η σύμβαση, να φορολογηθεί ισόποσα στις πέντε έως δέκα επόμενες  χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία προκύπτει η ωφέλεια από την άφεση του χρέους.